- Τευτίαπλος
- Τευτίαπλοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Τευτιάπλου — Τευτίαπλος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τευτίαπλον — Τευτίαπλος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τεύταμος — Μακεδόνας στρατηγός επίλεκτου σώματος αργυρασπίδων. Στον πόλεμο μεταξύ του Ευμένη και του Αντίγονου, πήρε μέρος με τον πρώτο. Το 316 π.Χ. όμως άλλαξε στρατόπεδο και παρέδωσε ζωντανό τον Ευμένη στον αντίπαλό του. Από τότε χάνονται και τα ίχνη του … Dictionary of Greek